1. κ. Κωστόπουλε, σε παλαιότερη παρέμβασή σας είχατε χαρακτηρίσει την κρίση ως «οικονομικό Αρμαγεδδώνα», που θα άφηνε πληγές στο σώμα της κοινωνίας καθορίζοντας για πολλά χρόνια το μέλλον της χώρας. Ποια είναι σήμερα η εκτίμησή σας; Ξεπεράσαμε τα δύσκολα; Τα ξεπερνάμε; Έχουμε δρόμο ακόμα; Και εν τέλει, είμαστε σε σωστή κατεύθυνση;

Κε. Ροδίτη, κατ αρχάς, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά, τόσο εσάς προσωπικά, έναν καταξιωμένο δημοσιογράφο που με τιμά με την πολυετή φιλία του, όσο και  έγκριτη εφημερίδα σας, για την τιμή που μου κάνετε να επικοινωνήσω με το λαό της αγαπημένης  μου πατρίδας της Πάτρας.

Είναι γεγονός ότι  στην αρχή της κρίσης, αλλά και διαρκούσης της κρίσης, εκπροσωπώντας τον Σύνδεσμο Ελλήνων Οικονομικών Διευθυντών,  είχα επισημάνει δια του Τύπου τον Αρμαγεδδώνα που επρόκειτο να πλήξει τη Χώρα μας, προτείνοντας μάλιστα και συγκεκριμένα μέτρα, αλλά δυστυχώς σε μη ‘ευήκοα ώτα’, όπως άλλωστε συμβαίνει συνήθως. Είχα δημοσιεύσει τότε:

‘’…Οι πρόσφατες εξελίξεις στο οικονομικό τοπίο  της χώρας μας σηματοδοτούν μια νέα εποχή για τον ελληνικό λαό. Η πολιτισμική κρίση και η κρίση αξιών, που σοβεί για δεκαετίες τώρα στη χώρα μας, δεν οδήγησαν μόνον στην κατάρρευση του οικονομικού και πολιτικού μας συστήματος, αλλά και στην κατάρρευση της οικονομίας μας, διαβαίνοντας το κατώφλι μιας νέας εποχής. Μιας εποχής που αρχίζει με τον βίαιο εκσυγχρονισμό που επιβάλλουν οι σημερινές συνθήκες, και θα προκαλέσει  τεκτονικές αλλαγές, που θα συγκλονίσουν το μοντέλο διακυβέρνησης και επιχειρηματικότητας της χώρας μας. ‘’

‘’Τις κρίσιμες αυτές ώρες πρέπει να λειτουργήσουν τα εθνικά αντανακλαστικά. Πρέπει να σημάνει εθνικός συναγερμός για την αναχαίτιση της χιονοστιβάδας συνθλίβει την οικονομία και την κοινωνική συνοχή της χώρας. …

…..Η προσπάθεια πρέπει να εστιαστεί σε τρεις κυρίως προσανατολισμούς. Τη γραφειοκρατία, τη διαφθορά και την παραοικονομία. Αυτά αποτελούν το τρίπτυχο της αθλιότητας της ελληνικής πραγματικότητας, τα συγκοινωνούντα δοχεία της παρακμής που οδήγησαν τα χώρα στην οικονομική εξαθλίωση……

‘’Η έξοδος από την κρίση είναι έργο τιτάνιο, αφού κρίνεται το μέλλον της πολιτειακής υπόστασης του ελληνισμού. Πρώτα απ ΄ όλα, η χώρα μας χρειάζεται επειγόντως ένα θαρραλέο σχέδιο πολιτισμικής, διοικητικής και οικονομικής ανόρθωσης. Ένα εθνικό μακρόπνοο πρόγραμμα για την έξοδο της χώρας από την παρακμή και την ένταξή της στο νέο περιβάλλον. Ένα νέο οικονομικό και κοινωνικό συμβόλαιο, απαλλαγμένο από τα στερεότυπα του παρελθόντος, με συγκεκριμένες ιδέες και ορατούς στόχους. Απαιτείται η αναδιοργάνωση της δημόσιας διοίκησης, ώστε να είναι αποτελεσματική και να χτυπηθεί επί τέλους η διαφθορά. Πρέπει να δοθεί έμφαση στην αξιοκρατία και στην επιβράβευση της προσπάθειας. Πρέπει να αλλάξει το σύστημα της παιδείας, με στόχο την ανάδειξη της ελληνικής παιδείας και της εθνικής μας ετερότητας. Να θεσμοθετηθεί ένα σταθερό φορολογικό σύστημα, που θα συμβάλλει στην ανάπτυξη των επενδύσεων και της οικονομίας εν γένει. Να καταργηθεί το πελατειακό κράτος, ώστε να εξαλειφθεί η φοροδιαφυγή. Πρέπει επί τέλους να αντικατασταθεί το μοντέλο της κρατικοδίαιτης οικονομίας. Πάνω απ’ όλα, πρέπει να πνεύσει άνεμος επαναστατικής αλλαγής σε όλες τις λειτουργίες της πολιτείας που θα κατεδαφίσει ότι σάπιο και αμαρτωλό έχει χτιστεί τα τελευταία σαράντα χρόνια. ‘’.

Η χώρα μας, Κε. Ροδίτη,  σήμερα πράγματι εξήλθε βαθιά πληγωμένη από τον οικονομικό Αρμαγεδδώνα. Φτωχοποίησε  ένα μεγάλο  μέρος του πληθυσμού μας, αφού το εθνικό μας εισόδημα μειώθηκε κατά 25%, χιλιάδες επιχειρήσεων έκλεισαν, η ανεργία κατέγραψε ένα εκατομμύριο ανέργους  και θα απαιτηθεί τουλάχιστον μια δεκαετία να επανέλθουμε στα επίπεδα του 2008. Και αυτό συνέβη διότι, όπως είχα επισημάνει σε παλαιότερη δημοσίευσή μου στον Τύπο:

‘’Η κρίση αντιμετωπίστηκε με όρους κομματικής ιδιοτέλειας, καθώς και διχαστικής και μηδενιστικής πρακτικής, με ακατάσχετη, ασαφή και παρελκυστική ρητορεία, με αποτέλεσμα να μην διαμορφωθεί ένα εθνικό σχέδιο εξόδου από αυτή, πράγμα που θα αποτελούσε ισχυρότατο διαπραγματευτικό όπλο προς την κατεύθυνση της αναπτυξιακής πολιτικής απέναντι στην τιμωρητική και καταστροφική πρόταση των δανειστών. Η πολιτική ηγεσία εφήρμοσε λάθος μια λανθασμένη συνταγή και υπέκυψε αμαχητί στη βαναυσότητα των εκβιαστικών διλημμάτων της τρόικας, σύρθηκε πίσω από τα καταστροφικά, ισοπεδωτικά και ταπεινωτικά μέτρα, τα οποία εκτός των άλλων, ευρίσκονται σε αναντιστοιχία ακόμη και με τη βασική αρχή της οικονομίας κατά την οποία, ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει υπό συνθήκες λιτότητας.’’

Κε. Ροδίτη, η σημερινή κυβέρνηση ευρίσκεται πράγματι στη σωστή κατεύθυνση, η οικονομία έχει τροχοδρομηθεί στη σωστή δημοσιονομική τροχιά, στοχεύοντας σε σωστά αναπτυξιακά και θεσμικά μέτρα.

Οι πρόσφατες νομοθετικές πρωτοβουλίες  σηματοδοτούν την αρχή μιας νέας πορείας , όμως η ευόδωσή τους απαιτεί πολύ δρόμο ακόμη. Εάν γίνουν εγκαίρως οι μεγάλες θεσμικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις, που είναι απολύτως απαραίτητες, τότε, ναι, είμαστε στη σωστή κατεύθυνση. Όμως, το πρόβλημα της χώρας δεν είναι η διαχείριση των προβλημάτων, τα οποία άλλωστε είναι γνωστά. Το πρόβλημά μας  είναι η απόφαση και το θάρρος της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων από την πλευρά της πολιτείας, που είναι η δημόσια διοίκηση, η γραφειοκρατία, η απονομή της δικαιοσύνης, η παιδεία, η δημόσια ασφάλεια. Αν δεν αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα αυτά, η χώρα είναι καταδικασμένη να παλινδρομεί μεταξύ των ‘φαύλων κύκλων πενίας’ και της διαρκούς  παρακμής.

  1. Ποια είναι τα μηνύματα που λαμβάνετε από την αγορά και από τα μέλη σας, του Συνδέσμου Ελλήνων Οικονομικών Διευθυντών;

Κε. Ροδίτη, στην  αγορά αρχίζει να ανατέλλει ο ήλιος της αισιοδοξίας, αλλά αυτή η αισιοδοξία δεν θα φανεί στην πράξη χωρίς τις απολύτως απαραίτητες μεταρρυθμίσεις όπως προανέφερα, την ευθύνη των οποίων έχει το πολιτικό σύστημα. Οι επιχειρήσεις κατέβαλλαν όσο κόστος τους αναλογούσε, πλήρωσαν το μερίδιο ευθύνης των! Στους παραγωγικούς κλάδους έχουν επιβιώσει μόνον οι θεμελιωδώς κερδοφόρες επιχειρήσεις, αλλά δεν θα υπάρξει ταχεία ανάπτυξη αν δεν στηριχθούν από την πολιτεία και από το χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Για να ευδοκιμήσει η επιχειρηματικότητα στη χώρα μας, εννοείται ότι πρέπει να συντρέξουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις, που συμπυκνώνεται στη λέξη οικονομικό περιβάλλον και αυτό είναι η πολιτική σταθερότητα, το σταθερό φορολογικό καθεστώς, χαμηλοί φορολογικοί συντελεστές, πάταξη της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς, συμπαράσταση της πολιτείας προς τον επιχειρηματία, κλπ.

  1. Είναι το μεγάλο στοίχημα οι επενδύσεις ή μήπως απαιτούνται και βήματα σε άλλα επίπεδα για την διασφάλιση ενός υγιούς επιχειρηματικού περιβάλλοντος;

Οι επενδύσεις, Κε. Ροδίτη, είναι η μαγική λέξη για την ανάπτυξη και το στοίχημα που πρέπει να πετύχει η νέα κυβέρνηση. Οι αναγνώστες σας να είναι βέβαιοι ότι οι επενδύσεις θα έρθουν όταν το θεσμικό πλαίσιο, η ίδια η πολιτεία,  αποκαταστήσει τους ορθούς κανόνες του παιχνιδιού και θεσπίσει το κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της αγοράς, ενθαρρύνοντας την επιχειρηματικότητα. Για να αποφασίσουν οι επενδυτές να βάλουν τα χρήματά τους στην Ελληνική αγορά, πρέπει να εξασφαλιστεί μια σειρά μεταρρυθμιστικών μέτρων, που θα αφορούν:.

– Το φορολογικό σύστημα, που πρέπει να αναμορφωθεί, ώστε να είναι  απλό και δίκαιο, να λειτουργεί κατά τρόπο ώστε να αποθαρρύνει τη φοροδιαφυγή. Πρέπει να μειωθούν οι φορολογικοί συντελεστές, ώστε να είναι ανταγωνιστικοί προς τις όμορες χώρες για να πάψει η μετανάστευση των επιχειρήσεων σε χώρες χαμηλής φορολογίας και γενικά να μην αποτελεί αντικίνητρο προς την επιχειρηματικότητα.

– Το ασφαλιστικό σύστημα, επίσης, πρέπει να πάψει να αποτελεί παράγοντα υψηλού κόστους για τις επιχειρήσεις, μειώνοντας την ανταγωνιστικότητά τους. Πρέπει να περάσουμε σε ένα κεφαλαιοποιητικό σύστημα, οι κοινωνικές συνθήκες (δημογραφικό) έχουν καταστήσει το υφιστάμενο ανταποδοτικό σύστημα μη ορθολογική επιλογή.

– Πρέπει επί τέλους να αποκατασταθεί το χρηματοπιστωτικό σύστημα με την αναμενόμενη εξυγίανση των τραπεζών, ώστε να εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση των επιχειρήσω που  αποτελεί τον αιμοδότη της οικονομίας μας. Φυσικά, δεν πρέπει να επαναληφθεί το λάθος της περιόδου 1990-2008 που χρηματοδοτήθηκε η κατανάλωση, δηλαδή οι εισαγωγές και όχι η παραγωγή.

  1. Και μιας και μιλάμε για επενδύσεις, το υφιστάμενο πλαίσιο είναι ελκυστικό ή μήπως όχι ακόμα;

Ο καινούριος αναπτυξιακός νόμος είναι γεγονός ότι βελτίωσε τον προηγούμενο κυρίως στο ζήτημα των αδειοδοτήσεων. Όμως , το πρόβλημα ευρίσκεται στα χρονίζοντα προβλήματα του θεσμικού μας πλαισίου , κατά συνέπεινα , αν με ρωτάτε για άμεσες ξένες επενδύσεις, η απάντηση είναι ότι το πλαίσιο δεν είναι όσο ελκυστικό θα έπρεπε. Ένα βασικό πρόβλημα που πρέπει να επιλυθεί είναι η ταχύτητα απονομής της Δικαιοσύνης. Τις τελευταίες τρεις  δεκαετίες βιώνουμε μια κατάσταση που συνιστά σχεδόν αρνησιδικία. Θέματα επιχειρηματικού ενδιαφέροντος δεν μπορούν να χρονίζουν είτε αφορούν την αδειοδότηση των επενδύσεων, είτε επιχειρηματικές διαφορές, είτε εκκαθάριση χρεωκοπημένων επιχειρήσεων. Επίσης, παρόμοιο ζήτημα είναι η πολυνομία και η έλλειψη σταθερότητας του νομικού μας πλαισίου. Το νομικό μας πλαίσιο διακρίνεται για την μεταβλητότητα και ασάφεια, με αποτέλεσμα η ερμηνεία τους καταλήγει στα δικαστήρια! Τα διεθνή επενδυτικά κεφάλαια, δεν θα μας προτιμήσουν αν δεν πληρούμε τις στοιχειώδεις προδιαγραφές ανεπτυγμένων χωρών.

Όμως, αυτό που αποτελεί σοβαρό αντικίνητρο για την ανάπτυξη και το είχα επισημάνει σε δημοσιεύσεις μου, είναι η γραφειοκρατία, η διαφθορά και η παραοικονομία, που αποτελούν τα συγκοινωνούντα δοχεία της αθλιότητας της ελληνικής πραγματικότητας.

  1. Άραγε, όταν μιλάμε για επενδύσεις εννοούμε εκείνες που θα μπορέσουν πράγματι να συνεισφέρουν στην καλυτέρευση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών (ικανοποιητικοί μισθοί, εισοδήματα, κυκλοφορία χρήματος) ή που αντιθέτως θα περιοριστούν στην εξασφάλιση εταιρικού κέρδους με χαμηλό εργατικό κόστος;

Η ενίσχυση των  επενδύσεων, συμβάλλει στην αύξηση του εθνικού εισοδήματος και κατά συνέπειαν στην βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών. Όμως είναι χρέος της πολιτείας δια της αναπτυξιακής νομοθεσίας, να θεσπίσει κίνητρα (φορολογικά, επιδότηση της απασχόλησης , κλπ.), για την ανάπτυξη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων εντάσεως εργασίας, δηλαδή αύξησης της απασχόλησης, κάτι που αποτελεί  ζήτημα υψίστης προτεραιότητας για τη χώρα μας, αφού η κρίση δημιούργησε ένα εκατομμύριο ανέργους, κυρίως  νέους.

Η πολιτεία πρέπει να στοχεύσει  επίσης στην ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας εκείνης που  βασίζεται σε υγιείς επιχειρήσεις, η κερδοφορία των οποίων προέρχεται από την υψηλή ποιότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών τους, πράγμα που θα συμβάλλει στην βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και κατά συνέπεια στην αύξηση της απασχόλησης και την αναβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών.

  1. Σε προσωπικό επίπεδο και μιας και κατάγεστε από την Αχαΐα, κατά πόσο διατηρείτε δεσμούς με την Πάτρα και τι μηνύματα λαμβάνετε για την εδώ οικονομική πραγματικότητα;

– Γεννήθηκα στις Πόρτες, αλλά η πόλη της ζωής μου είναι η Πάτρα, αφού η Πάτρα ήταν το περιβάλλον εκείνο που διαμόρφωσε την προσωπικότητά μου, δηλαδή ήταν η κουλτούρα της, το Τρίτο Γυμνάσιο στο οποίο φοίτησα, ο κόσμος της, ο πολιτισμός της, η ιστορία της. Στη σκέψη και στην καρδιά μου έχουν καταχωρηθεί ανεξίτηλα, το άρωμα των λουλουδιών της, ο ήχος του ραδιοφώνου της Κυριακής που έλουζε με μουσικές πανδαισίες τις γειτονιές της, οι χαρούμενες φωνές στο διάλειμμα του Τρίτου Γυμνασίου, το ηλιοβασίλεμα στα νερά του Πατραϊκού, οι περίπατοι στις μυροβόλες γειτονιές της, η μοναδική ομορφιά της. Όλα αυτά αποτελούν σημαντικό μέρος της ζωής μου, και συντηρούν τις ωραιότερες αναμνήσεις μου. Η Πάτρα, όπως είχα την τιμή να  δηλώσω σε μια τηλεοπτική συνέντευξη που εσείς μου παραχωρήσατε παλαιότερα,  παραμένει πάντα η Ιθάκη μου και ονειρεύομαι να περπατήσω και πάλι στις ίδιες γειτονιές, να ξαναγευθώ το άρωμά της, να ξαναζήσω τις ίδιες στιγμές. Επισκέπτομαι συχνά την Πάτρα γιατί αισθάνομαι ότι εκεί αναβαπτίζομαι στις πηγές μου, εκεί ξαναβρίσκω την ταυτότητά μου, που γαλουχήθηκε με τα νάματα του πολιτισμού και των ηθικών αξιών της πόλης αυτής. Επισκέπτομαι καθημερινά τις ιστοσελίδες της Πάτρας και έτσι αισθάνομαι ότι ζω τον παλμό της, ότι σύμφωνα με την ομηρική ρήση,  είναι σαν ατενίζω τον «καπνόν ανωθρώσκοντα» της αγαπημένης μου πόλης.

  1. Θέλετε να μου πείτε μία ανάμνηση από την Πάτρα του χθες, που κρατήσατε για πάντα στη μνήμη και την καρδιά σας;

– Στη μνήμη και στην καρδιά μου παραμένουν ανεξίτηλες όλες οι στιγμές που έζησα εκεί και είναι πολλά τα περιστατικά που παρέμειναν ζωντανά. Ένα από αυτά σχετίζεται με τον καθηγητή μου τον αείμνηστο Ανδρέα Αντωνόπουλο, ο οποίος στη διαδικασία της βαθμολόγησης της τάξης, αναφερόμενος σε μένα είχε αναφέρει μεταξύ άλλων: «Εσύ Κωστόπουλε βαδίζεις θετικά και σε συμβουλεύω να συνεχίσεις έτσι. Εκτός από καλός μαθητής, ο Κωστόπουλος διακρίνεται και για το ήθος του, είναι πάντα σοβαρός και αξιοπρεπής Για αυτό, από σήμερα ορίζω τον Κωστόπουλο επιμελητή της τάξης». Τα λόγια αυτά του εξαίρετου αυτού καθηγητή, αποτελούν παρακαταθήκη για τη μετέπειτα πορεία μου, αφού πάντα με ακολουθούν και με προτρέπουν να είμαι συνεπής με τα λόγια του καθηγητή μου και με δίδαξαν ότι οι ηθικές αξίες ουδέποτε εκπίπτουν.

  1. Πιστεύετε ότι μια περιοχή, σαν τη δική μας, θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα πιο ελπιδοφόρο τοπικό περιβάλλον από άποψη ανάπτυξης και επιχειρηματικότητας; Και αν ναι, βαδίζοντας σε ποιες κατευθύνσεις;

– Η Πάτρα πρέπει να αξιοποιήσει τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, που είναι η γεωγραφική της θέση, είναι η πύλη της Ελλάδος προς τη δύση, αλλά και τα τοπικά εδαφικά της πλεονεκτήματα, αφού τα κλιματολογικά και εδαφικά της χαρακτηριστικά ευνοούν την καλλιέργεια  μεγάλης ποικιλίας γεωργικών προϊόντων υψηλής ποιότητας. Οι αρχαιολογικοί της θησαυροί, αλλά και τα σημαντικά της αξιοθέατα, προσφέρουν, δυνατότητες σημαντικής τουριστικής ανάπτυξης. Το Πανεπιστήμιο της πόλης μας, με την πρωτοποριακή τεχνολογία του και το αξιόλογο επιστημονικό του δυναμικό, προσφέρουν μοναδικές προϋποθέσεις ανάπτυξης υψηλής τεχνολογίας. Όλα αυτά όμως προϋποθέτουν την κρατική στήριξη, η οποία δυστυχώς απουσιάζει. Γι αυτό, οι τοπικοί παράγοντες, θεσμικοί και ιδιωτικοί, πρέπει να κινητοποιηθούν σε μια κοινή προσπάθεια αξιοποίησης των πλεονεκτημάτων του νομού μας.

Η Αχαΐα  πρέπει να εστιάσει  σε δραστηριότητες υψηλής προστιθεμένης αξίας. Αυτή είναι η κατεύθυνση για την περιοχή μας. Η συνδυασμένη αξιοποίηση όλων των παραγωγικών πόρων του νομού, αλλά και της στρατηγικής της θέσεως, θα αυξήσει την προστιθεμένη αξία των τοπικώς παραγομένων προϊόντων άρα και το εισόδημα επιχειρήσεων και φυσικών προσώπων.