Του  ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ  ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ

Προέδρου του Συνδέσμου Ελλήνων Οικονομικών Διευθυντών

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ΚΕΡΔΟΣ

Από τον  ορυμαγδό των πρόσφατων πολιτικών θέσεων και αντιπαραθέσεων, την ένταση της τηλεοπτικής παραθυρολογίας και πολιτικής παραφιλολογίας και τη δίνη των  τηλεοπτικών καταιγίδων,  μεγάλη  είναι η πίκρα και απογοήτευση που εισέπραξε, για μία ακόμη φορά, ο Έλληνας πολίτης.

Από τις  αποκαλύψεις περί των αρπακτικών, των αμαρτωλών τροπολογιών και κοινοβουλευτικών ανομιών, ο  Έλληνας  πολίτης αισθάνεται για μία ακόμη φορά προδομένος και απογοητευμένος από τους πολιτικούς του ταγούς, από τα θεσμοθετημένα εκείνα πρόσωπα, που με την εντολή του είχαν καθήκον να υπερασπίσουν τα εθνικά του συμφέροντα, να χαράξουν δρόμους για την σύγχρονη πορεία του, να δώσουν περιεχόμενο στην ελπίδα του.

Βλέπει ότι κάποια από τα θεσμικά εκείνα πρόσωπα που έλαβαν την εντολή του για την άσκηση του ύψιστου λειτουργήματος της χώρας μας,  ότι οι  άνδρες αυτοί  κατρακυλούν στο έσχατο σκαλί της  ανυποληψίας, να παραδέχονται ανερυθρίαστα ότι εκχώρησαν την ύψιστη λειτουργία του Κοινοβουλίου, την νομοθετική, σε κάποιους επιχειρηματικούς παράγοντες. Ότι λειτούργησαν κατόπιν εντολών για τα συμφέροντα κάποιων επιχειρηματιών. Όπερ σημαίνει ότι εξωθεσμικά  πρόσωπα, κάποιοι επιχειρηματίες νομοθετούν στο Ελληνικό Κοινοβούλιο!!

Και η προεκλογική περίοδος, διεξάγεται σε ένα πολιτικό τοπίο που σείεται από τις ομοβροντίες των σκανδάλων και η χώρα να συγκλονίζεται από τις εντάσεις των πολιτικών αντιπαραθέσεων, και οι αιτιάσεις και εγκλήσεις για ανομίες και ανομήματα, αποδίδονται και ανταποδίδονται στους αντιπάλους βροχηδόν, σε μία παλαίστρα απίστευτης  βερμπαλιστικής  κλωτσοπατινάδας.

Δεν είναι βέβαια καινούρια αυτή η ιστορία και  δεν αποτελεί την εξαίρεση στην διαδρομή της πολιτικής μας ζωής.  Δυστυχώς, υπήρξαμε  πολλάκις του ίδιου έργου θεατές  και το χειρότερο είναι, ότι  στην συνείδηση του Ελληνικού λαού παρόμοια  γεγονότα, τείνουν πλέον να θεωρούνται ότι αποτελούν  τον κανόνα της πολιτικής μας ζωής τα τελευταία είκοσι χρόνια.

Η διαφορά είναι ότι η σύγχρονη version των σκανδάλων, γίνεται αντικείμενο  τηλεοπτικής παραθυρολογίας, που δικάζεται σε ένα ιδιότυπο λαϊκό τηλεδικαστήριο από έναν ετερόκλητο όχλο ομαδόν φωνασκούντων και ασχημονούντων, από έναν εσμό προσώπων, ως επί το πλείστον  ξένων προς το αντικείμενο, σε ένα σκηνικό ‘πλήνθων τε και κεράμων ατάκτως ερριμένων’, που διάφορα πρόσωπα, κατηγορούν και κατηγορούνται, δικάζουν και δικάζονται, για να μείνει  στο τέλος η πικρή γεύση ότι  το τοπίο αυτό αντανακλά το επίπεδο και την κατάντια της σημερινής κοινωνικής πραγματικότητας και του   κοινοβουλευτικού μας βίου και πολιτείας!.

Ποτέ τα πολιτικά ήθη της χώρας μας δεν γνώρισαν αυτής της έκτασης την υποβάθμιση, εκτός από τα τελευταία είκοσι χρόνια.

Βεβαίως, η πλειοψηφία του Κοινοβουλίου μας, αποτελείται από προσωπικότητες ακέραιου πολιτικού ήθους,  που τιμούν το λειτούργημά τους και υπερασπίζουν επάξια τους κοινοβουλευτικούς μας θεσμούς. Η συμπεριφορά όμως, μιας μικρής μερίδας επίορκων βουλευτών, έχει οδηγήσει στην απαξία της πολιτικής, και το  χειρότερο όλων, στην έλλειψη του σεβασμού των πολιτών απέναντι στο Κοινοβούλιο.

Η κατάπτωση των πολιτικών μας ηθών ίσως να μη είχε και τόσο μεγάλη σημασία αν στη λαϊκή βάση λειτουργούσε τουλάχιστον το λεγόμενο «λαϊκό αίσθημα», η αντίδραση δηλαδή των πολιτών, που πάντα έπαιζε το ρόλο της ασφαλιστικής δικλείδας στις εκάστοτε πολιτικές παρεκτροπές και λειτουργούσε διορθωτικά και καθοδηγητικά στη συμπεριφορά των πολιτικών μας ανδρών.

Η πολιτική παρεκτροπή όμως, έχει γίνει καθεστώς, επαναλαμβάνεται, αναπαράγεται, έχει δημιουργήσει εθισμό, και  δεν ενοχλεί πλέον η ύπαρξή της. Γι’ αυτό το λόγο το  λαϊκό αίσθημα φαίνεται ν’ αδρανεί. Η  άμβλυνση της ευαισθησίας του λαϊκού αισθήματος, η έλλειψη αντανακλαστικών στις πολιτικές παρεκτροπές, έχει φυσικά την εξήγησή του.

Η πολιτική που ενσυνείδητα ασκήθηκε τα τελευταία  χρόνια στην διαμόρφωση του της πολιτιστικής φυσιογνωμίας του Έλληνα πολίτη, ήταν η πολιτική της υποβάθμισής της, της ισοπέδωσης τω αξιών, της αποθάρρυνσης της προσπάθειας προς κάθε πνευματική πολιτιστική πρόοδο.

Χρησιμοποιώντας τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και ασκώντας καθολικό έλεγχο σ’ αυτά, υποβαθμίζοντας το ρόλο της Παιδείας ως διαμορφωτή των ηθών της κοινωνίας, χειραγωγώντας την Δημόσια Διοίκηση και δημιουργώντας ‘νέα τζάκια’ επιχειρηματιών που ελέγχουν την Ελληνική Οικονομία, εκμηδένισε τα αντανακλαστικά του Ελληνικού λαού, ακυρώνοντας κάθε περιθώριο αντίδρασής του προς τις κυβερνητικές παρεκτροπές.

«Η πολιτεία, δεν  μπορεί να σταθεί όσο ισχυρή και αν είναι, αν δεν συνδυάζει την κρατική ισχύ με το ήθος της εξουσίας», διδάσκει ο Πλάτων. (Ποιος  σκοτίζεται όμως για τον Πλάτωνα τέτοιες ώρες!)

Για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας η κομματική οργάνωση υιοθέτησε τα κομμουνιστικά  Σοβιετικά πρότυπα, ακολουθώντας  την Σταλινική πρακτική, που  στόχο έχει τον γιγαντισμό του κόμματος για την  διασφάλιση της εξουσίας.

Έτσι κάθε εκδήλωση κοινωνική, κάθε έκφραση πνευματική, έχει διαβρωθεί, από τον κομματικό διαλύτη, έχει αλλοτριωθεί και εκφυλισθεί από την κομματική σκοπιμότητα.  Και η κομματική επιδημία έχει προσβάλλει όλο το φάσμα των κοινωνικοπολιτικών μας θεσμών, Δημόσια Διοίκηση, συνδικαλισμός, και επαγγελματικές οργανώσεις, όλα έχουν την κυβερνητική κομματική ετικέτα, άνευ της οποίας καθίσταται δυσχερής η δραστηριοποίησή τους.

Επί πλέον, για την εξυπηρέτηση ιδιοτελών σκοπών, (από μικρή μερίδα, επαναλαμβάνουμε μελών του Κοινοβουλίου) θεσπίζει νόμους και εισάγει τροπολογίες κατά παραγγελίαν  με αδιαφανείς και μεθοδευμένες διαδικασίες, και   να κυριαρχείται το νομικό πλαίσιο της κοινωνίας μας, από ένα άδικο, πολυδαίδαλο και αλληλοσυγκρουόμενο σύστημα πολυνομίας, για να επαληθευτεί η ρήση του κορυφαίου Ρωμαίου ιστορικού Πόπλιου Κορνήλιου Τάκιτου: «Όσο πιο διεφθαρμένη είναι μια πολιτεία, τόσο περισσότερους νόμους ψηφίζει», ενώ θ’ άπρεπε να αποδίδεται ο πρέπων σεβασμός στη νομοθετική μας λειτουργία, ασκώντας το λειτούργημα αυτό σύμφωνα με την ρήση του Πίνδαρου : «Νόμος ο πάντων βασιλεύς».

(Η χώρα μας είναι η μοναδική στον κόσμο, όπου η λέξη ΝΟΜΙΜΟΝ, διαβάζεται και ανάποδα,  από το τέλος προς την αρχή.  Είναι αξιοπρόσεκτη η σημειολογία).

Η Δημόσια Διοίκηση

Στο άλλο, τεράστιο πρόβλημα  της δημόσιας διοίκησης, τη διαφθορά, αυτή έχει λάβει πλέον διαστάσεις επιδημίας που διαβρώνει όλο το σώμα της, αφού  έχει διαπεράσει όλες τις βαθμίδες της ιεραρχίας.

Έτσι φθάσαμε η χώρα μας αξιολογούμενη με κριτήριο τη διαφθορά, να κατρακυλήσει στις τελευταίες  θέσεις παγκοσμίως, παρέα  με την Αγκόλα και τη Ζιμπάμπουε, ενώ είμαστε τελευταίοι στην Ευρώπη σύμφωνα με την επιτροπή διαφάνειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης!.

Υπολογίζεται ότι ο ‘τζίρος’ της διαφθοράς ανέρχεται σε 15 τρίς δραχμές ετησίως!. Μπορεί να φανταστεί κανείς την όψη της Ελλάδος, αν τα χρήματα αυτά από τα υπόγεια κανάλια της παραοικονομίας, έμπαιναν στην παραγωγική διαδικασία της οικονομίας μας.

Δεν απαιτείται βεβαίως σοφία για την θεραπεία του τεράστιου αυτού προβλήματος. Αυτό που χρειάζεται είναι η εφαρμογή της κειμένης νομοθεσίας, διότι το πρόβλημα σ΄ αυτή τη χώρα είναι η μη εφαρμογή των νόμων και όχι η έλλειψη  νομοθεσίας.

Η απαραίτητη νομοθετική παρέμβαση είναι η μετατροπή του αδικήματος της απιστίας στη δημόσια διοίκηση από πλημμέλημα σε κακούργημα, (όπως ήταν προηγουμένως  και το άλλαξαν, γιατί έτσι εξυπηρετούσε.)  Η εφαρμογή των νόμων πρέπει να συνεπικουρείται από μία ευρύτερη κομματική συναίνεση, προκειμένου ν΄ απαγκιστρωθεί η εκάστοτε Κυβέρνηση από το λεγόμενο πολιτικό κόστος.

Η Παιδεία

Η παιδεία αποτελεί την προϋπόθεση επιβίωσης της φυλής και του έθνους μας.  Οικοδομεί τις βάσεις και χαράζει το δρόμο πάνω στον οποίο βαδίζει η ιστορία μας.  Και όμως τα τελευταία χρόνια και οι τρεις βαθμίδες της γνωρίζουν μία χωρίς προηγούμενο υποβάθμιση.

Η παιδεία και η εκπαίδευση μολύνθηκε από το κομματικό μικρόβιο. Η πολιτική αντιπαράθεση δεν παραβίασε μόνο το πανεπιστημιακό άσυλο της ανώτατης παιδείας, αλλά βίασε ακόμη και την αγνότητα στο χώρο της στοιχειώδους εκπαίδευσης.

Πιστεύουμε ότι το μεγαλύτερο ανοσιούργημα που διαπράχθηκε στο χώρο της παιδείας, είναι αυτό της εισβολής των κομμάτων στα σχολεία. Με το πρόσχημα του «εκδημοκρατισμού της εκπαίδευσης», η κομματική αντιπαράθεση εισέβαλλε ακόμη και στα δημοτικά σχολεία.

Και η κομματική ετικέτα, ακολουθεί το νέο σε όλες τις βαθμίδες της σταδιοδρομίας του, και αυτή πλέον αποτελεί το κριτήριο της επιτυχίας του, ενώ οι έννοιες αξιοκρατία, πνευματική καλλιέργεια κλπ. έχουν μπει στο «χρονοντούλαπο της ιστορίας».

            Ο αποπροσανατολισμός των νέων, από τα καθήκοντά τους, η εκτροπή της παιδείας, από τους σκοπούς της, υποσκάπτει τα θεμέλια του έθνους μας και υποθηκεύει το μέλλον της φυλής μας.

Το έθνος μας που γαλούχησε την ανθρωπότητα με τις αιώνιες και ανέσπερες ιδέες του πολιτισμού και της  παιδείας, κατά τραγική ειρωνεία της ιστορίας, τώρα οι ιδέες  αυτές καταπατώνται από την δική του σύγχρονη πολιτική  ηγεσία.

«Η εξαιρετική υπηρεσία, την οποία προσέφεραν οι Έλληνες στην ανθρωπότητα είναι, ότι έκαμε συνειδητή την ιδέα της παιδείας. Ολόκληρο το πολιτιστικό οικοδόμημα των Ελλήνων καθοδηγείται από την ιδέα της παιδείας.», αναφέρει ο Werner Jager. (Μήπως πρέπει να το μάθουν και οι κυβερνητικοί εθνοπατέρες μας;)

Αναφέρει επίσης ο Jager:

«Το ιδιάζον γνώρισμα που υψώνει την Ελληνική ιδέα της παιδείας υπεράνω παντός άλλου εκπαιδευτικού συστήματος συνίσταται στο ότι αποκρούει πάντα ωφελιμιστικό  σκοπό». ( Μήπως πρέπει να μάθουν κάτι  και απ’ αυτό;)

Η λεγόμενη δωρεάν παιδεία έχει εξελιχθεί πλέον σε συναλλαγματική  αιμορραγία  και δυσβάσταχτη δαπάνη για τους Έλληνες.

Τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την Εκπαίδευση, αναπτύσσονται θαυμάσια από τον διακεκριμένο καθηγητή και Πρύτανη του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γεώργιο Μπαμπινιώτη στο ΒΗΜΑ της 25ης  Ιανουαρίου, 2004.

Σχετικά με την Παιδεία εμείς θα προσθέταμε ότι, το μεγάλο θέμα της Παιδείας δεν μπορεί να είναι  υπόθεση μιας μόνο πολιτικής παράταξης, πολύ δε περισσότερο μιας κυβερνητικής θητείας. Χρειάζεται ευρύτατη πολιτική συναίνεση και συνεργασία με όλους τους  εκπαιδευτικούς, ακαδημαϊκούς φορείς και την πνευματική εκπροσώπηση της χώρας μας. Η Πολιτεία διαθέτουσα την θεσμική δύναμη, την εξουσία, μέσω του μηχανισμού της εκπαίδευσης, πρέπει να καθιερώσει μαθήματα ηθικοπλαστικού και εθνικού περιεχομένου, να δώσει περιεχόμενο στην ηθική και  πολιτισμική καλλιέργεια των νέων μας. Να θέσει εθνικούς στόχους, να δημιουργήσει οράματα πολιτισμικής προόδου της χώρας μας, να ανοίξει ορίζοντες πνευματικής και ηθικής ανέλιξης του λαού μας. Τα διάφορα φληναφήματα περί ‘διεθνοποίησης’ κλπ. των τελευταίων ετών, έχουν βλάψει σημαντικά το τόπο μας.

Η σημαντικότερη υπηρεσία όμως που θα προσφέρουν οι κυβερνώντες, είναι αυτή του δικού τους παραδείγματος συμπεριφοράς, και δεν αρκεί να είναι, αλλά και να φαίνονται σώφρονες.

 

Η Οικονομία

Η οικονομία μας, για την οποία η Κυβέρνηση επαίρεται για τα επιτεύγματά της, δεν θα μπορούσε να είναι άμοιρη των συνεπειών των κυβερνητικών ανομιών. Η διαφθορά της δημόσιας διοίκησης και παραοικονομία  επιβαρύνει τραγικά την οικονομία της χώρας. Το δημόσιο χρέος έχει φθάσει στο 105% του ΑΕΠ (από 25% που ήταν πριν είκοσι χρόνια). Ο υψηλός πληθωρισμός, η ανεργία (10%, από 2,7% που ήταν πριν είκοσι χρόνια), είναι τα πλέον σοβαρά προβλήματα της οικονομίας μας. Το δυσβάχταχτο δημόσιο χρέος υποθηκεύει το μέλλον των παιδιών μας, αφού η εξόφλησή του αντιπροσωπεύει εργασία δύο ετών για κάθε Έλληνα πολίτη!. Η τελευταία έκθεση – κόλαφος  της Κομισιόν για την ακολουθούμενη  δημοσιονομική μας πολιτική, δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για το μέλλον.

Αυτό που πρέπει να δρομολογηθεί είναι η ανάπτυξη  και η προσέλκυση ξένων επενδύσεων, αφού  δοθούν σοβαρά κίνητρα. Μέσω της ανάπτυξης πρέπει να επιδιωχθεί  η διεύρυνση της φορολογικής βάσης, η οποία θα δώσει την δυνατότητα μείωσης των φορολογικών συντελεστών και καταστούν ελκυστικές οι ξένες επενδύσεις στη χώρα μας ,αλλά η περαιτέρω οικονομική ανάπτυξη και ευημερία των πολιτών.

Το αποτέλεσμα

Οι κοινωνικοί μας θεσμοί, σαν αποτέλεσμα της κυβερνητικής τακτικής των τελευταίων ετών, έχουν αδρανήσει, δέχονται τις επιρροές καινούργιων προτύπων,  μεταλλάσσουν και να διαμορφώνονται κάτω από την επιρροή παραδειγμάτων του πολιτικού μας βίου και της κοινοβουλευτικής μας πολιτείας, και ο λαός μας να εθίζεται σ’ ένα τρόπο κοινωνικής συμπεριφοράς που έχει οδηγήσει αναμφίβολα στην κατάπτωση των αξιών.

Οι πολιτικοί μας ηγήτορες θέλησαν το λαό αγράμματο, ακαλλιέργητο, διηρημένο για να μπορούν να τον διοικούν και να τον κατευθύνουν δίκην αγέλης, θέλουν τους πολίτες οπαδούς, όχι σκεπτόμενους, τους θέλουν φανατισμένους, κομματικοποιημένους για να επιτυγχάνονται οι κομματικές και προσωπικές τους επιδιώξεις, να ευημερεί το κόμμα και μόνο αυτό.

Και έτσι ο λαός μας έμεινε χωρίς την εθνική καθοδήγηση, χωρίς στόχους και οράματα, χωρίς προορισμό.

Η πολιτική μας ηγεσία των τελευταίων ετών, δεν γαλούχησε το λαό μας με ιδανικά εθνικά, δεν δρομολόγησε σκοπούς κοινωνικούς, δεν αθλοθέτησε στόχους πνευματικούς, δεν άνοιξε ορίζοντες εθνικούς.

Και ο ελληνικός λαός χορεύει στο ρυθμό που του παίζουν οι πολιτικοί του μαέστροι, ακολουθεί τα βήματα που του έδειξαν οι κυβερνητικοί τους ενορχηστρωτές.  Ο βίος και η πολιτεία των πολιτικών  μας ανδρών, διαχέεται προς τα κάτω, γίνεται παράδειγμα προς μίμηση, γίνεται τρόπος ζωής του λαού μας.  Αν προσθέσουμε τις επιρροές των καιρών, τα μηνύματα του σύγχρονου marketing και τα κελεύσματα της κοινωνίας της αφθονίας (affluence society), όλα αυτά μας οδηγούν στην έξαρση του καταναλωτισμού, στο κλίμα του ευδαιμονισμού και του συβαριτισμού.

Και φθάσαμε έτσι από τη μια μεριά στο κράτος των σκανδάλων, των ανομιών  και των αρΠΑΧΤΩΝ και από την άλλη μεριά στον Έλληνα που ζει στον αστερισμό του ευδαιμονισμού και του εφησυχασμού.

Και η Ελλάδα να βουλιάζει στο τέλμα των αποβλήτων – πολιτικών της διαφθοράς και να πνίγεται στο βούρκο των σαπροφύτων – νονών της συμφοράς.

Και τώρα;  Πρέπει ν’ αποφασίσουμε ότι πρέπει να αλλάξουμε σελίδα. Τελευταία ο  πολιτικός ουρανός της Ελλάδος μας, φαίνεται ότι παίρνει το χρώμα της ελπίδας.  Με αφετηρία την επόμενη λαϊκή ετυμηγορία, ας ελπίσουμε ότι θα ξημερώσει μια καινούρια μέρα για την Ελλάδα και τους Έλληνες, για να κατακτήσουμε αυτό που μας αξίζει,  ν’ ανήκουμε εκεί που η ιστορία μας προστάζει, σ’ αυτό που ο Πλάτων είπε ότι ανήκαν οι  Έλληνες:  Στην «Μετ’ ευβουλίας πλήθους αριστοκρατία του πνεύματος».

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ  ΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ

Σημ. Το άρθρο γράφτηκε πριν τις εκλογές της 7ης Μαρτίου